Οι λιλιπούτειοι …καουμπόηδες!

Οι λιλιπούτειοι …καουμπόηδες!

Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης


Όταν κάποιες φορές με πιάνουν οι… νοσταλγίες μου, σαν και τούτο εδώ το γλυκό και ζεστό κυριακάτικο πρωινό, σκαλίζω τη μνήμη μου κι ανασύρω απ’ το παλιό, μεγάλο ξύλινο σεντούκι της μύρια γεγονότα και θύμισες. Κείνες τις ώρες ξεχνώ τα δυσάρεστα του παρόντος και κρατώ μόνο τις ευχάριστες και χαρούμενες στιγμές, γιατί τούτες εδώ θέλω να θυμάμαι, πρώτα ο θεός, πολλά χρόνια μετά.
Σε μια γωνιά λοιπόν του σεντουκιού της μνήμης, βρήκα τη μικρή και σύντομη περιπέτεια τριών λιλιπούτειων, επίδοξων …καουμπόηδων!
Είμαστε λοιπόν στον Αη-Γιώργη του Δομοκού, αρκετά φεγγάρια πίσω, εγώ, ο Χρήστος ο επιλεγόμενος «καουμπόης» κι ο Σταύρος ο «Αθηναίος», τρία από τα μέλη της παρέας μας, καθώς για κάποιο λόγο οι υπόλοιποι δεν έχουν εμφανιστεί και προσπαθούμε να οργανώσουμε το επόμενο …ανδραγάθημά μας.
Όπως ήταν φυσικό δεν αργήσαμε διόλου να εντοπίσουμε τον επόμενο στόχο και βαλθήκαμε να καταστρώσουμε ένα ακόμη μεγαλεπήβολο σχέδιο!
Τούτη εδώ τη φορά όμως τα πράγματα ήταν λίγο πιο δύσκολα απ’ ότι τα φανταζόμασταν και τα υπολογίζαμε. Ο «στόχος» δεν ήταν άλλος από ένα πανέμορφο σιδηρόψαρο* άτι που ήταν δεμένο τις τελευταίες μέρες πάνω σ’ ένα τηλεγραφόξυλο στ’ αλώνια του χωριού, κάτω από το σπίτι μου.
Το υπέροχο άλογο, που στα μάτια μας φάνταζε κάτι ανάμεσα στον Βουκεφάλα του Μεγαλέξανδρου και τον Πήγασο του Βελλερεφόντη, το φτερωτό άλογο της ελληνικής μυθολογίας, βρισκόταν εκεί δεμένο για μέρες, ξεχασμένο θαρρείς γι άγνωστο λόγο, παρατημένο από τον κύρη του.
Αγαπούσα πολύ ετούτα τα υπέροχα ζώα και για μέρες το επισκεπτόμουν, το τάιζα τακτικά τριφύλλι και το πότιζα νερό με τον μεγάλο ανοξείδωτο κουβά που υπήρχε στο σπίτι επί τούτω.
Είχε έρθει η ώρα λοιπόν να το πάρουμε και να το καβαλήσουμε, καθώς είχαμε πεισθεί πως τ’ αφεντικό του δεν το χρειαζόταν πια. Χαράξαμε την διαδρομή που θ’ ακολουθούσαμε ως το τελικό προορισμό, τον λόφο του Προφήτη Ηλία και το συμπεθερικό, περνώντας πρώτα από το Τριανταφυλλόρεμα, το ποταμάκι με τις χιλιάδες αγριοτριανταφυλλιές.
Εκμεταλλευόμενοι την μεσημεριανή «σιέστα» υλοποιούμε αστραπιαία το σχέδιό μας και λύνουμε από το στύλο το άλογο, το οποίο μας ακολουθεί σαν τους αναπάντεχους ελευθερωτές του. Είμαστε δεν είμαστε τότε δώδεκα χρονών, συνομήλικοι κι όσες προσπάθειες κι αν κάναμε ν’ ανέβουμε στη ράχη του …Βουκεφάλα, στάθηκε αδύνατο. Τα κατάφερα ο ίδιος, με κόπο ειν’ αλήθεια, φτάνοντας στο ρέμα και πηδώντας στη ράχη του αλόγου από τις όχθες, παριστάνοντας τον …Ρίνγκο, αγνοώντας στον κίνδυνο μιας επώδυνης πτώσης…
Για μας η περιπέτεια ήταν τότε πάνω απ’ όλα κι αυτό δεν άλλαξε τα σχέδιά μας ούτε η επίθεση από τα σκυλιά του τσέλιγκα Κουκούλη, ούτε η πορεία προς το άγνωστο, μέσα από ρέματα και καλαμποκιές. Όταν φτάσαμε επιτέλους, δια πυρός και σιδήρου, στο «Συμπεθερικό» αποφασίσαμε να αρχίσουμε την ιππασία ανεβαίνοντας πάνω σ’ ένα μεγάλο βράχο ώστε να καβαλικεύουμε άνετα το ψηλόσωμο άτι. Ένας - ένας λοιπόν κάναμε εναλλάξ  τη διαδρομή από το βράχο του «Συμπεθερικού» στην κορφή του Αη-Λιά πάνω στη ράχη του αλόγου, χωρίς φυσικά σέλα ή σαμάρι, για πολλές ώρες μέχρι που το λιόγερμα πίσω απ’ τους λόφους της Ξυνιάδας χτύπησε το καμπανάκι της επιστροφής.
 Όμως η περιπέτεια είχε ένα απρόσμενο τέλος μετά από μια ευτυχισμένη και χαρούμενη μέρα.
Φτάνοντας στο χωριό διαπιστώνουμε πως μας ψάχνουν οι δικοί μας αλλά και ο μπάρμπα-Μήτσος ο αγροφύλακας! Αφού φάγαμε το κράξιμο της ζωής μας απ’ όλους μαθαίνουμε πως ο ιδιοκτήτης του ζώου είχε έρθει από την Ξυνιάδα για να το παραλάβει και πως τούτο το γλυκύτατο για μας ζωντανό ήταν ένα άγριο άλογο που δεν δεχόταν κανένα στη ράχη του!
Μυστηριωδώς το άλογο και πιθανώς θέλοντας να μας ανταμείψει για την προσωρινή έστω ελευθερία του ή γιατί είχε να κάνει με παιδιά, μας δέχτηκε στη ράχη του κάτι που σπάνια έκανε ακόμη και για το αφεντικό του!
Πήραμε λοιπόν το μάθημά μας κι έτσι έληξε απότομα και άδοξα η εφήμερη περιπέτεια των λιλιπούτειων καουμπόηδων!!!

*Σιδηρόψαρο, λένε το άσπρο άλογο, που μαυρίζει ελαφρά το χρώμα του.

Δημήτρης Β. Καρέλης
Κυριακή 21/6/2015


Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη