Το όρος Όθρυς: Η οροσειρά των μύθων και των ημίθεων!!!

Το όρος Όθρυς: Η οροσειρά των μύθων και των ημίθεων!!!
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Η οροσειρά της Όθρυος ή Όρθρης, βρίσκεται στη Στερεά Ελλάδα, πάνω από την πόλη της Λαμίας και εκτείνεται σε μεγάλη έκταση, από την Πίνδο ως τον Παγασητικό κόλπο στη Μαγνησία. Από τα όρια των Αγράφων της Πίνδου, στη θέση «Ζαχαράκη βρύση» και τα «Λυκομνήματα» στα δυτικά, εκτείνεται με ήρεμη και καλοσχηματισμένη γραμμή, προς την ανατολή πέρα από τη Λαμία, τον Αχινό, την Πελασγία, τη Γούρα, τον Αλμυρό ως τον Παγασητικό κόλπο και φτάνει προς βορρά στο Δομοκό, με τον κάμπο της Θεσσαλίας να απλώνεται στους πρόποδές της, σαν ήρεμη και γαλήνια θάλασσα! Ολόκληρη η οροσειρά αποτελείται από μάρμαρο, οφείτη και ασβεστόλιθο και ποσότητα φλύσχη. Προς τις παρυφές του όρους υπάρχουν παλαιότεροι και νεότεροι ασβεστόλιθοι ισχυρά πτυχωμένοι και διερρηγμένοι από την δράση τεκτονικών δυνάμεων οι οποίοι παρουσιάζουν και φαινόμενα καρστικής διάβρωσης. Επίσης αναφέρονται τα πετρώματα της ομάδας των πολυμορφικών πυριτικών ορυκτών, «Ολιβινίτης με σερπεντίτην, Αγγείαι Δ. Όθρυος, Περιδοτίτης σερπεντινικός, Δομοκός, Β. Όθρυς, Περιδοτίτης πυροζενικός, Σταυρός, Ν. Όθρυος,  Σπιλίτης. Πελασγία, Αν. Όθρυς και Διαβάσης χαλαζιακός, Ομβριακή, Δ. Όθρυς». Κατά καιρούς η μεταλλευτική στην περιοχή της Όθρυος άκμασε με μεταλλεία βωξίτη, χαλκού, σίδηρου, χρωμίου, μαγγανίου αλλά και λιγνίτη.
Στους πρόποδες του όρους έχουμε πλούσια βλάστηση με δασικά φυτά όπως η βελανιδιά, το πουρνάρι, το ρείκι κι αειθαλή πλατύφυλλα. Ψηλότερα έχουμε κωνοφόρα όπως ελάτη, κυρίως κεφαλληνιακή αλλά και υβριδογενή, καθώς και μεγάλες εκτάσεις κατάφυτες με φτέρη. Οι κορυφές του όρους είναι πετρώδεις όπου ευδοκιμεί το τσάι του βουνού (sideritis raeseri), κύριο γεωργικό προϊόν σε μεγάλες εκτάσεις της οροσειράς. Συναντάμε επίσης πλήθος άλλων φυτών όπως άριστης ποιότητας ρίγανη και μέντα. Η δρυς (βελανιδιά) κυριαρχεί στη φυσική βλάστηση της περιοχής Δομοκού είτε με τη μορφή αείφυλλων και σκληρόφυλλων πουρναριών είτε με τη μορφή «δέντρων» ή «ντούσκα». Τα κύρια είδη δένδρων και θάμνων που συνοδεύουν τις δρυς είναι η αγκορτσιά, η κοκκορετσιά, το παλιούρι, η λυγαριά, τα βάτα, οι κληματίδες κλπ. Στις ρεματιές συναντάμε ιτιές και πλατάνια ενώ ανεβαίνοντας προς την ορεινή ζώνη πρωταγωνιστούν και πάλι τα «δέντρα» και φυτά όπως η κρανιά, ο γαύρος και ο κέδρος. Ένα μεγάλο μέρος του όρους καταλαμβάνεται από βοσκότοπους όπου φιλοξενούνται πολλά αιγοπρόβατα, βοοειδή και χοίροι. Αποτελεί επίσης καταφύγιο πολλών θηραμάτων όπως πέρδικες, ζαρκάδια, αγριόχοιροι, λαγοί, λύκοι, αλεπούδες και πολλών αποδημητικών όπως μπεκάτσες, τσίχλες, φάσες, τρυγόνια και υδρόβια. Όσο για την ορνιθοπανίδα, η Όθρη είναι σημαντική περιοχή για αναπαραγόμενα αρπακτικά, δασικά και ορεινά είδη, όπως ο Φιδαετός (Circaetus gallicus), το Χρυσογέρακο (Falco biarmicus), ο Πετροκότσυφας (Monticola saxatilis), το Σιρλοτσίχλονο (Emberiza cirlus) κ.α. Καθεστώς προστασίας της σημαντικής περιοχής για τα πουλιά αποτελούν τα Καταφύγια Άγριας Ζωής της Όθρης, «Βαθύ Γκρέκι, Κοκοτών, Ι.Μ. Ξενίας», «Πλάτανος», «Προφήτης Ηλίας, Αφράτη, Λαμίας, Δίβρης», «Σαπουνάς-Νεράιδα & Νεράιδα-Λογίτσι», «Ταράτσα, Πελασγίας, Μύλων» και «Φαρδύκολη, Περία, Αγ. Βλάσιος , Βρύναινας, Αγ. Ιωάννου».
Οι ανθρώπινες δραστηριότητες εδώ είναι η κτηνοτροφία, η δασοκομία και το κυνήγι. Με τις ψηλότερες κορφές της, το «Γερακοβούνι» ανατολικά με υψόμετρο 1726 μέτρα όπου, όπως γράφει ξένος περιηγητής το 1880, «…επί της κορυφής δε ταύτης βρύει ύδωρ ψυχρότατον και γλυκύ, σώζονται δε αυτόθι ταμπούρια (προμαχώνες) μέχρι τούδε των κλεπτών», ο «Άγιος Ηλίας» με υψόμετρο 1694 μέτρα και η διπλανή «Πύλορα» στα 1578 μέτρα μαζί με το Γκούζι, ορθώνεται επιβλητική με το βάρος της μακραίωνης ιστορίας της, τους μύθους και της παραδόσεις της! Ο Στράβων αναφέρει για την Όθρη: «ο δε Φθιωτικός Άλος υπό το πέρατι κείται της Όθρυος, όρους προς άρκτον κειμένου τη Φθιώτιδι, ομόρου δε τω Τυμφρηστώ και τοις Δόλοψιν» (Στράβ. Θ΄, 435), και ο Ξενοφώντας αναφέρει την κεντρική Όθρη ως Αχαϊκά όρη: «τη υστεραία υπερβαλών τα Αχαϊκά της Φθίας όρη (ο Αγησίλαος) την λοιπήν πάσαν δια φιλίας επορεύετο μέχρι προς τα Βοιωτών όρια» (Ελλ. Δ.3, 9). Όθρυς, όρος Θεσσαλίας, οιονεί άθρυς τις ων όθεν εστίν αθροίσας, δια το ύψος («Ετυμολογικόν το Μέγα»1816). Κατά τον Μεσαίωνα και ως τα τέλη του 19ου αι. αναφέρεται σαν «βουνά της Γούρας», από την ομώνυμη μεγάλη τότε κωμόπολη που άκμαζε στην ΒΑ κλιτή της, τη σημερινή Ανάβρα Μαγνησίας.
Ο Ησίοδος γράφει στη «Θεογονία» πως η Όθρυς αποτελούσε θεϊκό βουνό στο οποίο ήταν εγκατεστημένο το συμβούλιο των Τιτάνων. Κατά την Αρχαία Ελληνική Μυθολογία το όρος Όθρυς είναι «το βουνό των Τιτάνων», οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σ' αυτό κατά την περίοδο της σύγκρουσης τους με τους Ολύμπιους Θεούς. Οι Τιτάνες μάχονταν από εκεί το Δία και τους υπόλοιπους θεούς αποσπώντας και εκτοξεύοντας προς τον Όλυμπο τεράστιες πέτρες. Ο μύθος δίνει μια εξήγηση και προς τη γεωφυσική κατανομή του όρους, όπου η βλάστηση παρουσιάζει μεγάλη εναλλαγή. Εδώ κατά την μυθολογία προσάραξε η κιβωτός του γιου του Προμηθέα, Δευκαλίωνα και της γυναίκας του Πύρας στον μεγάλο κατακλυσμό που προκάλεσε ο παμμέγιστος Δίας για να τιμωρήσει τους αχάριστους «χαλκείους» θνητούς. Εδώ γέννησαν τα παιδιά τους που έμελλε να γίνουν γενάρχες των πρώτων Ελληνικών φύλλων αλλά και τον Έλληνα που έδωσε στο γένος μας τ’ όνομά του. Εδώ έδωσαν τη γιγάντια μάχη για την επικυριαρχία της γης, την περίφημη «Τιτανομαχία», οι Τιτάνες με ορμητήριο την Όθρη εναντίον των Ολύμπιων θεών και των συμμάχων τους! Εδώ βασίλεψαν ο Δευκαλίων, ο Έλληνας, ο Πηλέας, ο Αχιλλέας, ο Ποίας, ο Φιλοκτήτης, ο Ευρυδάμας, ο Δράνος, ο Φοίνικας, η βασίλισσα Ξυνία και άλλοι πολλοί. Στη λίμνη της, τα ποτάμια, τα φαράγγια και τις κοιλάδες της έζησαν και περιδιάβηκαν οι Οθρυίδες και Ξυνίες νύμφες, οι Κένταυροι, οι Τιτάνες, Νεράιδες, στοιχειά και ξωτικά. Τα χώματα και τις κορφές της πάτησαν φίλοι κι εχθροί, ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας, ο γιος του Μέγας Αλέξανδρος, ο Φίλιππος ο Ε΄της Μακεδονίας, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, Πέρσες, Κέλτες, Γαλάτες, Ρωμαίοι, Σλάβοι, Καταλανοί, Ούννοι, Φράγκοι, Ενετοί και Τούρκοι. Σ’ αυτήν την οροσειρά αναπτύχθηκαν πολιτισμοί και αρχαίες πόλεις όπως η Ελλάς, η Μελιταία, η Ξυνία, ο Ερινεός, η Πρόερνα, οι Θαυμακοί, οι Εκκάραι, οι Αγγείαι, η Κύπαιρα, η Κρεμαστή Λάρισα, το Ναρθάκιο κι άλλες πολλές. Κατά μία εκδοχή, που ίσως να είναι και η επικρατέστερη, μετά την τιτανομαχία ο Δίας, ο βασιλιάς των Θεών, ανέθεσε στην νύμφη Οθρυΐδα (Οθρηΐδα) τη βοσκή των κοπαδιών του που αποτελούνταν από βόδια. Έτσι το βουνό πήρε το όνομά του απ' τη νύμφη. Η διαφορά μεταξύ της γραφής Οθρυΐδας και Οθρηΐδας οφείλεται και στη γραφή του ονόματος Όθρυ και Όθρη και παλαιότερα Όρθρυς και Όρθρης. Μια άλλη εκδοχή αναφορικά με την ονομασία «Όθρυς» είναι ότι στη δημοτική γλώσσα η λέξη αυτή, καθώς και το επίθετο «Οθρυόεν» σημαίνουν το τραχύ, το δασωμένο, το απόκρημνο μέρος.
 Σαν σύνολο το βουνό αυτό αποτελεί έναν όγκο ορεινό, «οθρυόεντα» (απόκρημνο) με πολλές πτυχώσεις και κορυφές. Δεκάξι χιλιόμετρα βόρεια της Λαμίας προς τον Δομοκό, κοντά στο Καλαμάκι Λαμίας, βρίσκεται το στενό το οποίο από αρχαιοτάτων χρόνων αποτελούσε την κυριότερη πύλη βορρά-νότου, πριν τις Θερμοπύλες, με την οποία επικοινωνούσε η βόρεια Ελλάδα και η Θεσσαλία με την νότια Ελλάδα. Πρόκειται κατά τον Λίβιο (βιβλ. ΧΧΧΙΙ, 4) για τα καλούμενα «Κοίλα» ή ορθότερα «Κοίλα της Θεσσαλίας» σε αντιδιαστολή με αυτά της Εύβοιας (Λιβ.ΧΧΧΙ, 47. Στράβ.Χ.1), από την Ρωμαιοκρατία ως τα πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα το ονομαζόμενο «Δερβέν Φούρκα» και σήμερα «Ράχη» ή «Δεκάξι». Για το στενό αυτό ο Άγγλος περιηγητής του 18ου αιώνα Ληκ (Leake, περιήγηση στη Βόρεια Ελλάδα τ. Ι, κεφ.9) γράφει: «Ανεβαίνοντας τη ράχη κατά το μήκος του λαιμού που σχηματίσθηκε από μικρό χείμαρρο, φτάνουμε από το Δομοκό μετά από 2 ¾ ωρών πορεία στο Δερβένι, όπου σταθμεύει φρουρά για την προστασία του στενού…μετά από πορεία μιας ώρας και ενός τετάρτου από το πρώτο Δερβένι περνάμε δεύτερο, του οποίου ολόκληρη η κλεισούρα είναι γνωστή με το όνομα Φούρκα και απ’ όπου αρχίζει ο δρόμος που κατεβαίνει στο Ζητούνι (Λαμία)». Η λέξη Φούρκα είναι λατινική (furca) και σημαίνει δίκρανο στον πληθυντικό δε, σημαίνει στενά (furcae Gaudinae, τα κατά Καύδιον στενά ή πύλες). Ο Γάλλος περιηγητής Παύλος Λουκάς που πέρασε από δω το 1706, αναφέρει τα στενά αυτά «οδό του όρους Ιωνίτ» («mont d’Ionit Derven», Τόμος Α’ σελ. 218), άγνωστο αν επρόκειτο για όνομα της εποχής ή για παραφθορά της λέξης Αντινίτσα (το γνωστό μοναστήρι) ή της οδού των Ιωαννιτών, επειδή ο δρόμος αυτός χρησιμοποιούνταν για την επικοινωνία με τα Ιωάννινα την εποχή εκείνη (ΦΘΙΩΤΙΣ, Ιωάννου Γ. Βορτσέλα,1907, σελ. 12). 
Στο ύψος των στενών αυτών πριν το δρόμο για το μοναστήρι της Παναγίας Αντίνιτσας, βρίσκεται η «πηγή του Αχιλλέα» μια όαση με αιωνόβια πλατάνια και πέτρινη βρύση, όπου σύμφωνα με την παράδοση ξεκουράζονταν ο Ημίθεος Αχιλλέας, πότιζε τ’ άλογά του και στη συνέχεια περιδιάβαινε το βασίλειό του απ’ το Σπερχειό και την Ξυνιάδα λίμνη ως τη Μελιταία, την Ελλάδα, τη Φθία και την Αλόπη. Στο σημείο αυτό της Όθρυος βρίσκονταν (πιθανότατα στην ανατολική κλιτή και από Δερβέν Φούρκα προς Λαμία) και το αρχαιότατο Μαλιακό δάσος ο «Μαλεαίος δρυμός» ο οποίος έγινε σε μας γνωστός από επιτύμβια στήλη που διασώθηκε στην Ελληνική Ανθολογία (Anthol. Jacobs III, σελ. 287). Σε ένα σημείο του δρυμού κατά τους αρχαίους χρόνους, υπήρχε επιτάφιο μνημείο που έστησε ο Λάμπωνας, πατέρας κάποιου νέου ονόματι Δερξία από την αρχαία Θαυμακία, το σημερινό Δομοκό, ο οποίος δολοφονήθηκε από τους ληστές με δόλο καθώς πήγαινε μόνος του στη Σπάρτη. Πάνω στην επιτύμβια στήλη ήταν χαραγμένα τούτα τα λόγια: «Ειπέ ποτί Φθίαν ευάμπελον ήν ποθ΄ίκηαι και πόλιν αρχαίων, ώ ξένε, Θαυμακίαν ως δρυμόν Μαλεαίον αναστείβων ποτ΄ έρημον είδες Λάμπωνος τονδ΄επί παιδί τάφον Δερξία ον ποτε μούνον έλον δόλω ουδ΄αναφανδόν κλώπες επί Σπάρτην δίαν επειγόμενον» που σημαίνει: «Ω ξένε! Εάν φτάσεις ποτέ στην Θαυμακία που είναι πόλη αρχαία και τη Φθία που έχει καλά αμπέλια, πες ότι κάποτε ανεβαίνοντας το Μαλεαίο δάσος είδες το μνημείο αυτό που έφτιαξε ο Λάμπων για το παιδί του το Δερξία, τον οποίο καθώς πήγαινε για την ένδοξη Σπάρτη, ληστές με δόλο τον παρέσυραν και αναπάντεχα του πήραν τη ζωή!». Εκτός των άλλων από τη στήλη μαθαίνουμε ότι η περιοχή της βόρειας Φθιώτιδας είχε ανέκαθεν πολλούς και καλούς αμπελώνες αλλά και ότι από την αρχαιότητα υπήρχε η απειλή της ληστείας, που καταδυνάστευε τους διαβάτες που περνούσαν από την Όθρη και ως τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, πολύ μετά την απελευθέρωση του 1881 από τους Τούρκους.
Από την Όθρη πηγάζει και ο μυθικός ποταμός Ενιπέας: «Το μακρύτερο ρου από όλους αυτούς τους παραπόταµους έχει ο Ενιπεύς. Αυτός πηγάζει από την ψηλή Όθρη. Περνούσε κοντύτερα από 10 στάδια (1,7 χλµ)μπροστά από την πόλη Μελίτεια. Ο Φίλιππος στρατοπέδευσε σε αυτό τον ποταμό μετά την αποτυχημένη πολιορκία της Μελιταίας. Στις όχθες του οι Θεσσαλοί αντιμετώπισαν το Βρασίδα, κατά την πορεία του από τη Μελιταία εναντίον της Φαρσάλου. Πρέπει επομένως  κανείς να ταυτίσει τον Ενιπέα µε τον Νεοχωρίτικο που έρχεται από τα βουνά και ρέει μισή ώρα ανατολικά της πόλεως. Αυτός διασχίζει το υψίπεδο της Αβαρίτσας μέχρι το Νταµπακλί (σηµερινή Σκοπιά)», (Fridrich Stahlin). Στην Όθρη, κατά το μύθο, έβοσκαν τα κοπάδια τους ο βασιλιάς της Φυλάκης Ίφικλος, ο Ευρισίνθων που βασίλευε στο Δώτιο Πεδίο στον Αλμυρό και ο Κέραμβος. Ο Κέραμβος μάλιστα ήταν πολύ φημισμένος, γιατί αυτός πρώτος συναρμολόγησε το σουραύλι και πρώτος χρησιμοποίησε τη λύρα. Βοσκούσε τα κοπάδια του επάνω στη Όθρη με τη βοήθεια των Νυμφών του βουνού, γιατί τις διασκέδαζε με τα γλυκά του τραγούδια. Λένε μάλιστα ότι κάποτε παρουσιάστηκαν οι ίδιες οι Νύμφες και χόρεψαν μπροστά του με τη συνοδεία της μουσικής του. Ο Πάνας κάποτε τον συμβούλεψε να κατεβάσει τα κοπάδια του στα χειμαδιά, γιατί θα ερχόταν βαρυχειμωνιά, αλλά αυτός δεν τον άκουσε. Πλάκωσε όμως βαρυχειμωνιά και γέμισαν χιόνια οι ράχες και τα λαγκάδια. Τα κοπάδια του Κέραμβου πάγωσαν και θάφτηκαν μαζί με τα δέντρα στα χιόνια!» (Θωμάς Γ. Καλοδήμος, φιλόλογος - συγγραφέας, 2ο Συν. Φθιωτικής Ιστορίας). Στις κορυφές της Όθρης είχε την έδρα του ένα από τα δέκα Αρματολίκια της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας από την εποχή του Βυζαντίου έως και τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπως μαρτυρεί και το παλαιότατο Δημοτικό τραγούδι που γράφτηκε στα τέλη του 17ου αιώνα, περί το 1795, και αναφέρεται στη μάχη του «λησταρματολού» Λιάκου με τους Τουρκαλβανούς του Αλή Πασά, τυράννου της Ηπείρου, στη κορφή της Όθρης στο Γερακοβούνι, κοντά στη σημερινή Ανάβρα ή Γούρα:
«Ακόμα αυτή την άνοιξη, φέτο το καλοκαίρι, Θέλω να πάγω Αρματωλός , Αρματωλός και κλέφτης, ναυγώ στης Γούρας τα βουνά, κι εις τα παλιά λημέρια. Τρία πουλάκια κάθονταν, μες΄ το Γερακοβούνι, το ΄να τηράει τον Αρμυρό, τ΄ άλλο κατ΄ το Ζητούνι. Το τρίτο το καλύτερο μοιρολογά και λέγει: Προσκύνα Λιάκο τον Πασά προσκύνα το Βεζύρη, να σου χαρίσει τη ζωή, δερβέναγας να γένεις. - Οσ΄ ειν΄ ο Λιάκος ζωντανός, Πασά δεν προσκυνάει! Πασά έχει ο Λιάκος τ’ άρματα, Βεζύρη το σπαθί του! Και παλικάρια μάζωνεν όλο λιονταροπαίδια. Κι οι παγανιές επλάκωσαν, Κονιάροι κι Αρβανίτες, κι ο πόλεμος εβάσταξε δυο μέρες και δυο νύχτες! Πέφτουν τουφέκια σαν βροχή, πιστόλια σαν χαλάζι. Φεύγουν Κονιάροι π’ εμπροσθά, φεύγουν κι οι Αρβανίτες, Χτυπά κι ο Λιάκος πίσω τους με το σπαθί στο χέρι»!!! («Συλλογή Δημοτικών Ασμάτων, παλαιών και νέων» υπό Α. Ιατρίδου, εν Αθήναις, τυπ. Μαυρομάτη, έτος 1859).
Από δω ξεκίνησαν αγώνες για την απελευθέρωση απ΄ τον τούρκικο ζυγό με τελευταία την επανάσταση του 1878 και τον ιστορικό Παλαμά Δομοκού. Στα στενά και τα δερβένια της, δόθηκαν μάχες όπως η μάχη στο Δερβέν Φούρκα τον Απρίλιο του 1822 (απομνημονεύματα Στρατηγού Ιωάννη Μακρυγιάννη) και ο ατυχής πόλεμος του 1897. Στην κορυφογραμμή της Όθρης, από την Μαγνησία ως τον Τυμφρηστό και την Πίνδο, ήταν τα πρώτα σύνορα του ελεύθερου Ελληνικού κράτους, η γνωστή ως «οροθετική γραμμή» και κατά την γνωστή τακτική της «ροής των υδάτων», από το 1832 και έως τον Αύγουστο του 1881, όταν επιτέλους απελευθερώθηκε ολόκληρη από τον τουρκικό ζυγό. Εδώ διαδραματίστηκαν δεκάδες σημαντικών μαχών στην αντίσταση κατά των κατακτητών την περίοδο της Γερμανοϊταλικής κατοχής και δυστυχώς, εκτυλίχθηκε μεγάλο μέρος του εμφύλιου σπαραγμού που ακολούθησε. Ένα πολύ δυσάρεστο γεγονός συνέβη την 5η Φεβρουαρίου 1991 στην Όθρη, όταν έπεσε στην κορυφή Τσατάλι μεταγωγικό αεροσκάφος C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οι επιβαίνοντες αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και σμηνίτες, συνολικά 63 άτομα. Σήμερα η οροσειρά της Όθρης παραμένει σε γενικές γραμμές αναξιοποίητη καθώς θα μπορούσε να αποτελέσει πόλο έλξης για πολλών ειδών τουρισμό, από χειμερινό και αγροτουρισμό ως χώρος για extreme sports. Άλλωστε, η ποσότητα του χιονιού, η διάρκεια χιονόπτωσης, ο προσανατολισμός και οι άνεμοι που επικρατούν αποτελούν βασικούς παράγοντες για την ανάπτυξη χειμερινού τουρισμού (σκι, ορειβασία κλπ). Η πυκνή βλάστηση, οι απότομες πλαγιές και χαράδρες, τα τρεχούμενα νερά και η πλούσια πανίδα προσφέρονται για κυνήγι, αναρρίχηση, περίπατο, ιππασία κλπ. και γενικά για οικοτουρισμό. Επίσης υπάρχουν απότομες χαράδρες σε πολλά σημεία και κορυφές που ξεπερνούν τα 1.300μ, με υψηλότερη κορυφή, όπως είπαμε, το Γερακοβούνι (1.726μ). Στην περιοχή της Ανάβρας (Γούρας) του νομού Μαγνησίας, που βρίσκεται στο όρος Όθρυς υπάρχουν δυο εξοπλισμένα αναρριχητικά πεδία, για τους λάτρεις των extreme sports. Εδώ αναφέρουμε το πρώτο που συναντάμε, ενώ το δεύτερο έχει διαδρομές υψηλότερης δυσκολίας. Ο περιβάλλον χώρος δίνει την αίσθηση βουνίσιου πεδίου, αλλά η ασφάλιση των διαδρομών είναι αθλητικού χαρακτήρα. Οι διαδρομές είναι τεχνικές, ομοιογενείς και με συνεχή δυσκολία. Ο βράχος είναι πολύ συμπαγής, γκρι και κατά τόπους κόκκινος ασβεστόλιθος, από ελαφρώς θετικός μέχρι ελαφρώς αρνητικός. Αρκετές φυσικές πηγές, ρεματιές, ιαματικά νερά καθώς επίσης φαράγγια και ανεξερεύνητες σπηλιές χαρακτηρίζουν τους υδάτινους πόρους της οροσειράς. Αξίζει εδώ να αναφερθεί η Νεροσπηλιά, που βρίσκεται στις ανατολικές κορυφογραμμές, σε υψόμετρο 1.090 μ. και αποτελεί το μεγαλύτερο υπόγειο ποτάμι, με 1.100 μ. διαδρόμου, που έχει μέχρι σήμερα εξερευνηθεί σε ολόκληρη τη περιοχή αλλά και τη Θεσσαλία.
Αναμφισβήτητα το Όρος Όθρυς θεωρείται από πολλούς ένα τεράστιο και παρθένο πεδίο ερευνών ειδικά από σπηλαιολογικής άποψης. Η Νεροσπηλιά είναι πόλος έλξης για Έλληνες και ξένους λάτρεις της εξερεύνησης των σπηλαίων. Τέλος θα πρέπει να αναφέρουμε την ύπαρξη άνω των δέκα αρχαίων ακροπόλεων και δεκάδων άλλων σημαντικών πόλεων και φρουρίων της αρχαιότητας στα όρια της Όθρυος, κάτι που θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει δημοφιλέστατο προορισμό για Έλληνες και ξένους λάτρεις της πολύτιμης και μεγάλης μας ιστορίας και κληρονομιάς.

Δημήτρης Β. Καρέλης
Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό
της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ. 
karelisdimitris@gmail.com

Από το Βιβλίο: Καρέλης, Δημήτρης, Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας- Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού, Ι.Ε., Δομοκός, 2013.

 

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη